Όπως υποδηλώνει και ο τίτλος το The Thief είναι η ιστορία ενός κλέφτη – όχι οποιουδήποτε κλέφτη όμως, αλλά κάποιου με συνείδηση.
Η δράση σ’ αυτό το βιβλίο αρχίζει σχεδόν αμέσως, καθώς παρακολουθούμε τον πρωταγωνιστή και αφηγητή μας να κλέβει το πορτοφόλι ενός πλούσιου άντρα στο σιδηροδρομικό σταθμό και λίγο αργότερα κάποιου όχι και τόσο πλούσιου στο τρένο. Είναι δεξιοτέχνης στην κλοπή, αν και τώρα τελευταία τα πράγματα δεν πάνε και τόσο καλά. Εξακολουθεί να τηρεί τις συμβουλές του φίλου και μέντορά του Ισικάουα: Κλέβει μόνο τα μετρητά και επιστρέφει τα πορτοφόλια ταχυδρομικώς στα θύματά του, αλλά να, νιώθει κάτι μέσα του ν’ αλλάζει. Γίνεται όλο και πιο αφηρημένος: κλέβει πορτοφόλια χωρίς να θυμάται πώς και από ποιον, αλλά και πιο λυπημένος: νιώθει το κενό μέσα του να μεγαλώνει, μαζί με τη μοναξιά: «Είχα κτίσει έναν τοίχο ολόγυρά μου και ζούσα ξεγλιστρώντας μέσα από τις χαραμάδες και μπαίνοντας στα σκοτάδια της ζήσης», ομολογεί.
Ο τοίχος αυτός λοιπόν αρχίζει σιγά-σιγά να γκρεμίζεται. Ίσως όμως να μην φταίει ο ίδιος γι’ αυτό που συμβαίνει, αλλά της σκληρής πραγματικότητας τα καθημερινά γεγονότα. Ο κατήφορος ξεκινά όταν ο Ισικάουα, ζητά τη βοήθειά του σε μια δουλειά, μια ένοπλη ληστεία που πηγαίνει καλά και στραβά την ίδια ώρα. Καλά για το αφεντικό τους, στραβά για τους ίδιους. Από εκείνη ακριβώς τη στιγμή έρχονται τα πάνω κάτω στη ζωή του και θέλοντας και μη ο αφηγητής αρχίζει ν’ αναλογίζεται τη ζωή του, το δρόμο που ο ίδιος διάλεξε, τα μονοπάτια που εκείνη ακολουθεί. Εντάξει, στο να κλέβει πορτοφόλια είναι καλός, αλλά εκτός από αυτό τι άλλο έχει να επιδείξει; Απολύτως τίποτα. Έτσι, θέλοντας και μη το μυαλό του επιστρέφει στο παρελθόν, σε μια παλιά αγαπημένη, τη Σαέκο, και με τη σκέψη διατρέχει το σήμερα, μοιάζει να ψάχνει να βρει κάτι από το οποίο να κρατηθεί. Τι θα μπορούσε να είναι αυτό άραγε;
Την απάντηση στο τελευταίο ερώτημα θα του τη δώσουν εντελώς τυχαία δυο κλεφτρόνια: μια μάνα και ο μικρός της γιος. Θα εντοπίσει τους δυο τους καθώς θα προσπαθούν ν’ αδειάσουν κάποια πράγματα από τα ράφια μιας υπεραγοράς στην τσάντα τους και θα τους σώσει από την απειρία τους. Από εκείνη τη μέρα, λες και η ζωή του θα αποκτήσει αξία, ή μάλλον χάρη σ’ αυτούς θα βρει κάποιο λόγο για να ζει. Νιώθει ότι στο πρόσωπο του μικρού συνάντησε μια νεώτερη εκδοχή του εαυτού του και αποφασίζει, θέλοντας και μη (μη, αρχικά), να τον θέσει υπό την προστασία του. Ξοδεύει λοιπόν όλο και περισσότερο χρόνο μαζί του, μαθαίνει την πικρή του ιστορία και προσπαθεί να τον σώσει από το ζοφερό του περιβάλλον, αλλά τον διδάσκει κιόλας κάποια από τα κόλπα του. Ο μικρός γίνεται λοιπόν, κατά κάποιο τρόπο, ο σωτήρας του, ξυπνά μέσα του μια ξεχασμένη στα μονοπάτια του χρόνου ανθρωπιά, και η μητέρα του, ο δαίμονάς του, αυτή που με τους άθλιους τρόπους της θα τον σπρώξει να κάνει την υπέρβαση, να γίνει αυτό που πάντα κατά βάθος ήταν: καλός.
Μια καλογραμμένη νουβέλα, που όσο κι αν είναι ντυμένη με το χιτώνα της αστυνομικής λογοτεχνίας πιότερο θυμίζει ψυχολογικό δράμα, παρά θρίλερ.
Κυκλοφορεί στις 20 Μαρτίου.
No comments:
Post a Comment