«Το γεράκι της Μάλτας» είναι το πιο γνωστό έργο του Ντάσιελ Χάμετ. Δεν ξέρω κατά πόσο αυτό οφείλεται στην επιτυχημένη μεταφορά του στον κινηματογράφο ή αν απλά άρεσε περισσότερο στους αναγνώστες από τα άλλα βιβλία του. Πάντως δεν το θεωρώ και πολύ καλύτερο από τα Red Harvest και The Dain Curse, που διάβασα προηγουμένως.
Το μυθιστόρημα, στο οποίο πρωταγωνιστεί, ο -τρόπος του λέγειν καλός- ντετέκτιβ Σπέιντ, περιστρέφεται γύρω από την ανακάλυψη ενός πολύτιμου αγάλματος, που αποκαλείται «Το γεράκι της Μάλτας», αυτού δηλαδή που δίνει τον τίτλο του και στο βιβλίο. Όλοι όσοι έχουν μαζευτεί γύρω από τον Σπέιντ μοιάζουν να θέλουν να το αποκτήσουν: μια μοιραία γυναίκα, ένας αριστοκράτης εγκληματίας, και κάποιος αρχικά άγνωστος άντρας που πολύ σύντομα εγκαταλείπει τα εγκόσμια συντροφιά με το συνέταιρο του ντετέκτιβ.
Ο Σπέιντ σε ολόκληρη τη διάρκεια της αφήγησης μοιάζει να επιδίδεται σε ασκήσεις ακροβασίας. Περπατά συνεχώς πάνω σ’ ένα τεντωμένο σκοινί, πού και πού ταλαντεύεται, αλλά δεν πέφτει. Συμπεριφέρεται σαν ένας άνθρωπος που δεν έχει τίποτα να χάσει, έτσι δε διστάζει να οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα, βάζοντάς τα με όλους και με όλα. Η παροιμιώδης ψυχραιμία του, αλλά και το δίκτυο των χαφιέδων που διαθέτει, είναι οι βασικοί του σύμμαχοι. Θα έλεγε κανείς ότι αν δεν ήταν τόσο «αναίσθητος» όσο φαίνεται, ποτέ δε θα τα έβγαζε πέρα.
Οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές σ’ αυτό το παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι, είναι εξίσου ιδιόρρυθμοι. Η γυναίκα, που του συστήνεται με ένα όνομα, μα ακούει σε ένα άλλο. Το παιδαρέλι δολοφόνος. Το υψηλής κοινωνίας αφεντικό του τελευταίου, που απολαμβάνει πολύ το ουίσκι και τα πούρα του. Ο καλός κι ο ηλίθιος μπάτσος. Η γυναίκα του μακαρίτη του συνέταιρου του Σπέιντ, που μάλλον κρύβει σκοτεινά μυστικά. Όλοι αυτοί στήνουν ένα ευτράπελο πλην τραγικό σκηνικό.
Ο Χάμετ δε χαρίζεται σε κανένα απ’ τους πιο πάνω. Όλοι είναι κακοί, μοιάζει να μας λέει. Απλά ο ήρωάς του είναι ο πιο έξυπνος απ’ αυτούς.
Το μυθιστόρημα δε στηρίζεται τόσο στη δράση όσο στο μυστήριο, τα μικρά μυστικά και τα μεγάλα ψέματα, και τις συνεχείς μετακινήσεις των πρωταγωνιστών: από σπίτι σε σπίτι, από γραφείο σε γραφείο, από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο. Η γλώσσα του είναι κοφτή, σπιντάτη, ενώ οι περιγραφές του σε ό,τι αφορά τα πρόσωπα κάποιες φορές γίνονται ξεκαρδιστικές, αφού αυτός σημειώνει το κάθε τικ, την κάθε γκριμάτσα τους. Μιλά για κάποιο έγκλημα και σε κάνει να χαμογελάς.
Αν κυκλοφορούσε στις μέρες μας αυτό το βιβλίο ίσως να περνούσε κι απαρατήρητο, αφού το επίπεδο έχει ανέβει πολύ και συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας υπάρχουν πια πολλοί και καλοί. Για τη δική του ωστόσο εποχή υπήρξε πρωτοποριακό, αν και σε ορισμένα σημεία ο τρόπος σκέψης, και όχι δράσης, του Σπέιντ, θυμίζει τον προπάτορα Σέρλοκ Χολμς.
Αυστηρά για τους φίλους του hard-boiled αστυνομικού μυθιστορήματος.
No comments:
Post a Comment