Αυτό είναι το πρώτο βιβλίο της συγγραφέως που διαβάζω και μάλλον δε θα είναι το τελευταίο αφού μου άρεσε. Η γλώσσα του είναι στρωτή, χωρίς εξάρσεις, η πλοκή όχι και τόσο κραυγαλέα, αλλά με κάποιο υπόγειο ή μάλλον αδιόρατο τρόπο, το The Breaker καταφέρνει και κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη μέχρι και την τελευταία σελίδα. Ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι η συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται τόσο για την αγωνία και το μυστήριο, όσο για την ενδελεχή ανάλυση του εσωτερικού κόσμου των ηρώων της.
Όλα αρχίζουν όταν δύο παιδιά ανακαλύπτουν σε μια ερημική παραλία της Νότιας Αγγλίας το πτώμα μιας γυμνής νέας γυναίκας. Τα αγόρια τα έχουν χαμένα, δεν ξέρουν τι να κάνουν, αφού αν αποκαλύψουν την ύπαρξή του στους γονείς τους μάλλον θα τους τιμωρήσουν, αλλά σύντομα έρχεται ένας καλός Σαμαρείτης για να τους δώσει τη λύση. Πρόκειται για ένα νεαρό ελκυστικό ηθοποιό, που απλά έτυχε να περνάει από κει στη διάρκεια μιας μεγάλης αποστάσεως οδοιπορίας, ο οποίος σπεύδει να ειδοποιήσει με το κινητό του τηλέφωνο την αστυνομία.
Ο πρώτος που καταφθάνει στη σκηνή είναι ο ντόπιος αστυνομικός Νικ Ίνγκραμ. Αντικρίζει το γυμνό πτώμα μιας κοντής ξανθιάς νέας γυναίκας και το πρώτο ερώτημα που γεννιέται στο μυαλό του είναι το: ποια είναι; Αυτό το ερώτημα σύντομα θ’ απαντηθεί, αλλά σύντομα θα προκύψει ένα νέο: ποιος την σκότωσε; Στην αρχή όλοι πίστευαν ότι επρόκειτο για ατύχημα, αλλά τα σπασμένα δάχτυλα των χεριών της και κάποιες άλλες εκδορές, ενισχύουν την εκδοχή του φόνου. Την ίδια ώρα πολλά χιλιόμετρα μακριά ένα γηραιό ζευγάρι βρίσκει ένα τρίχρονο κοριτσάκι να περιφέρεται μόνο του στους δρόμους. Τι κάνει εκεί; Ποια και πού είναι η μητέρα του;
Το ότι η νεκρή, Κέιτ Σάμνερ, αποδεικνύεται ότι είναι η εν λόγω μητέρα δεν αποτελεί έκπληξη. Το σημείο όμως που βρέθηκε το παιδί, και το ότι αυτό απέφυγε τη μοίρα της μητέρας του, τους προβληματίζει. Γιατί ο δολοφόνος ξεφορτώθηκε τη μητέρα, ενώ άφησε εκείνο να ζήσει; Και γιατί μπήκε στον κόπο να το μεταφέρει και να το παρατήσει μίλια μακριά από το σημείο που ξεβράστηκε το πτώμα;
Ως συνήθως ο πρώτος ύποπτος στον κατάλογο της αστυνομίας είναι ο σύζυγος του θύματος. Ήταν όντως στο Λίβερπουλ τη νύχτα του θανάτου της; Τα στοιχεία λένε πώς ναι και όχι, αφού για μια ολόκληρη μέρα κανείς δεν ήξερε ακριβώς που βρίσκονταν, έτσι το άλλοθί του είναι διάτρητο. Ωστόσο τα στοιχεία που προκύπτουν στη διάρκεια της έρευνας λένε μια διαφορετική ιστορία. Ίσως τελικά ο δολοφόνος να μην είναι αυτός, αλλά ο καλός μας Σαμαρείτης, ένας εξαιρετικά εγωκεντρικός τύπος και όσο παίρνει ναρκισσιστής, που κρύβει πολλά σκοτεινά μυστικά.
Μέσα από καταθέσεις, συζητήσεις, ανακρίσεις και συλλογή στοιχείων από διάφορες πηγές οι αστυνομικοί ξετυλίγουν σιγά σιγά το νήμα της υπόθεσης. Η νεκρή κάθε άλλο παρά άγγελος ήταν και μάλλον και οι δύο ύποπτοι είχαν λόγο για να τη σκοτώσουν. Πώς όμως μπόρεσε να προκαλέσει τέτοια πάθη μια γυναίκα -που σύμφωνα με κάποιον μάρτυρα: «…Ήταν τόσο ηλίθια, που το να συζητάει κανείς μαζί της έμοιαζε με το να κάθεται και ν’ ακούει την μπογιά να στεγνώνει»- είναι κάτι που δημιουργεί απορίες. Απορίες που θα βρουν τις απαντήσεις τους στη διάρκεια της αφήγησης. Ωστόσο το στοιχείο της έκπληξης δεν απουσιάζει τελείως απ’ αυτήν την ιστορία, αφού προς το τέλος η συγγραφέας με ένα ένθετο ανάμεσα στα κεφάλαια μονόλογο θα μας παραπλανήσει αριστουργηματικά, οδηγώντας μας στο λάθος μονοπάτι.
Ένα καλογραμμένο βιβλίο που δεν προσπαθεί να εντυπωσιάσει τον αναγνώστη με την ταχύτητα και τις συνεχείς ανατροπές που έχουμε λίγο πολύ συνηθίσει. Συστήνεται στους φίλους της καλής αστυνομικής λογοτεχνίας.
No comments:
Post a Comment