Οι αγγλοσάξονες για κάποιο περίεργο λόγο προσπαθούν να πλασάρουν τον Τζο Νέσμπο (αν έτσι προφέρεται το επίθετό του – δεν έχω ιδέα) σαν τον σκανδιναβό διάδοχο του Στιγκ Λάρσον, κάτι που στα δικά μας μάτια φαντάζει τουλάχιστον ειρωνικό από τη στιγμή που ο πρώτος άρχισε να δημοσιεύει δέκα σχεδόν χρόνια πριν από τον δεύτερο.
Τον κεντρικό ρόλο στο The Devil’s Star, όπως και στα περισσότερα του συγγραφέα, κρατά ο αλκοολικός ντετέκτιβ Χάρι Χολ. Η ζωή του Χολ είναι μια σειρά από λάθη και η καριέρα του μοιάζει να οδηγείται, εξαιτίας του αλκοολισμού του, σε πρόωρο τέλος. Αν και εξαιρετικός στη δουλειά του και βρισκόμενος υπό την προστασία του προϊσταμένου του, σύντομα θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει το αστυνομικό σώμα.
Προτού όμως το κάνει αυτό πρέπει να δουλέψει για τη διαλεύκανση μιας περίεργης υπόθεσης, που φτάνει στα χέρια του εν μέσου του θέρους και, αναγκαστικά, λειψανδρίας στο αστυνομικό τμήμα. Μια γυναίκα ανακαλύπτεται δολοφονημένη στη μπανιέρα της. Ο δείκτης του αριστερού της χεριού έχει αποκοπεί, ενώ πίσω από τη βλεφαρίδα του ενός ματιού κάποιος ανακαλύπτει ένα μικροσκοπικό κόκκινο διαμάντι με σχήμα αστεριού πέντε γωνιών – του αστεριού του διαβόλου. Ο δολοφόνος δεν έχει αφήσει πίσω του κανένα απολύτως ίχνος. Ο Χάρι επισκέπτεται τη σκηνή του εγκλήματος, παρατηρεί τα πάντα, έχει τη συνήθη του κόντρα με τον μεγαλύτερό του εχθρό στο τμήμα, κάποιον που υποψιάζεται ότι είναι βρώμικος μπάτσος και αποχωρεί – το μπαρ τον περιμένει.
Καθώς το νήμα της υπόθεσης ξετυλίγεται ο Χάρι έρχεται όλο και πιο συχνά πρόσωπο με πρόσωπο με τους προσωπικούς του δαίμονες, με τις ενοχές του. Αναγνωρίζει ότι το αλκοόλ δεν είναι η λύση για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και πως πρέπει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να αλλάξει – ακόμη και να συμμαχήσει μ’ εκείνον που θεωρεί… διάβολο. Το ξέρει ότι η δουλειά του είναι που τον τρώει. Κουράστηκε, κι ας είναι ακόμη νέος. Βαρέθηκε να βλέπει σπαρμένα πτώματα από δω κι από κει, να ξιφομαχεί με ανεμόμυλους. Πρέπει ν’ αλλάξει δουλειά. Να κάνει κάτι καινούριο. Προτού πιάσει απόλυτα πάτο – αν δεν το έχει κάνει ήδη δηλαδή.
Ο συγγραφέας σκιαγραφεί με αδρές πινελιές τα χαρακτηριστικά του ήρωά του. Τον εμφανίζει σαν υπεράνθρωπο και βαθιά ανθρώπινο την ίδια ώρα. Σκληρό και τρυφερό. Πεισματάρη και υποχωρητικό. Μόνιμα κουρασμένο, αλλά με ασυνήθιστες αντοχές. Και του χαρίζει φίλους πιστούς – κάποιους που δε θα τον εγκαταλείψουν στην πιο δύσκολή του ώρα, αλλά θα σταθούν δίπλα του, βάζοντας σε κίνδυνο και τις ίδιες τις ζωές τους.
Το βιβλίο διαβάζεται γρήγορα, σε μια-δυο καθισιές, όπως κάθε καλό αστυνομικό μυθιστόρημα. Οι ανατροπές διαδέχονται η μια την άλλη, όμως όχι με καταιγιστικούς ρυθμούς. Έρχονται όταν και όποτε πρέπει. Ο συγγραφέας με την πλοκή καταφέρνει να κρατά το ενδιαφέρον μας αμείωτο, να ρίχνει στοιχεία-παγίδες στο δρόμο μας και να μας εκπλήσσει. Τίποτα ή σχεδόν τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται και καθώς η ώρα των αποκαλύψεων πλησιάζει νιώθουμε ότι ο Χάρι θα ξεπεράσει τον εαυτό του, θα νικήσει τους δαίμονές του και θα λύσει όλους τους γρίφους. Ή σχεδόν όλους. Κι αυτό αφού ο Νέσμπο αποφασίζει να αφήσει το τέλος μερικώς ανοικτό. Προφανώς για να επιτρέψει στον ήρωά του να επιστρέψει κάποτε στο μέλλον στο προσκήνιο και να «σώσει τη μέρα» που λένε κι οι αμερικανοί.
Ένα καλογραμμένο θρίλερ, που θα ικανοποιήσει και τους πιο απαιτητικούς φίλους του είδους.
No comments:
Post a Comment